Εκδήλωση μνήμης και τιμής για τους 10 απαγχονισθέντες Λιβαδείτες, από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής, στις 11 Σεπτεμβρίου του 1943, πραγματοποιήθηκε το πρωί στην κεντρική πλατεία της πόλης, από το Δήμο, την Τοπική Κοινότητα και το Μορφωτικό Σύλλογο.
Στο σημείο που μαρτυρίου τους, στην καρδιά της πόλης, εκπρόσωποι φορέων και μαθητές απότισαν φόρο τιμής.
Μπροστά από το μπρούτζινο γλυπτό, που στέκει εκεί για να θυμίζει τη θυσία τους και το διαρκή αγώνα κατά του φασισμού, τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση, από το Μητροπολίτη Γεώργιο και κατάθεση στεφάνων από τις τοπικές αρχές.
Η Εντεταλμένη Σύμβουλος Κατερίνα Παπαβασιλείου, εκπροσωπώντας τον Δήμαρχο Λεβαδέων, απηύθυνε χαιρετισμό.
«Είναι μια ημέρα μνήμης, τιμής, περισυλλογής και αναστοχασμού.
Ο Ματωμένος Σεπτέμβρης του 1943 σημάδεψε την Λιβαδειά με την βαρβαρότητα και την κτηνωδία των κατοχικών Γερμανικών στρατευμάτων», τόνισε μεταξύ άλλων η Κατερίνα Παπαβασιλείου.
Και πρόσθεσε: «Οι εκδηλώσεις μνήμης και τιμής δημιουργούν την ευκαιρία να γνωρίσει η νέα γενιά ένα μέρος του παρελθόντος της τοπικής μας ιστορίας και οι παλαιότεροι να αναστοχαστούμε για να μην χρειαστεί να ξαναστηθούν τέτοια μνημεία πόνου και θλίψης».
Καταλήγοντας επεσήμανε:
«Η θυσία των Λειβαδιτών αποτελεί ένα δίδαγμα για το πως και το γιατί η ενότητα προϋποθέτει υπευθυνότητα, τόλμη και αρετή και βεβαίως έχοντας πάντα ως γνώμονα το χρέος να σεβόμαστε την ελευθερία της πατρίδας, αγωνιζόμενοι για την δημοκρατία και την κοινωνική πρόοδο».
Στο βιβλίο του “Ο ματωμένος Σεπτέμβριος στη Λιβαδειά το 1943” ο αείμνηστος δήμαρχος Άρης Ρούσσαρης περιγράφει το χρονικό.
Συγκεκριμένα αναφέρει:
Τα χαράματα του Σαββάτου 11 Σεπτεμβρίου του 1943 οι Γερμανοί καλούσαν τους άνδρες της πόλης από 15 έως 70 ετών να συγκεντρωθούν στην πλατεία Μητροπόλεως. Από τα μεγάφωνα απειλούσαν ότι θα τουφεκιζόταν όποιος βρισκόταν στο σπίτι του μετά τις 10 το πρωί. Πάνω από 1500 άντρες συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στη μάνδρα του εργοστασίου Πανουργιά στην Κρύα. Οι περίπολοι των Γερμανών ερευνούσαν τα σπίτια αναζητώντας άνδρες που ίσως κρύβονταν, λεηλατώντας και ασκώντας βία εναντίον παιδιών, γυναικών, γερόντων και ασθενών.
Το απόγευμα περίπου στις 4, ο Γερμανός Διοικητής οργισμένος κάλεσε τον Κατοχικό Νομάρχη Ι. Γεωργόπουλο και τον ενημέρωσε ότι βρέθηκε το πτώμα Γερμανού στρατιώτη σε χαντάκι στη συνοικία του Ζαγαρά. Τα αντίποινα που ακολούθησαν ήταν σκληρά. Η κυκλοφορία απαγορεύτηκε από τις 17:00 και όλα τα σπίτια έκλεισαν πόρτες και παράθυρα.
Γύρω στις 9 το βράδυ η συνοικία του Ζαγαρά καιγόταν. Παράλληλα, οι Γερμανοί κατακτητές μπήκαν στη μάνδρα, όπου ήταν φυλακισμένοι οι άντρες της πόλης, και επέλεξαν δέκα που κατοικούσαν ή είχαν σχέση με τον Ζαγαρά. Τους ανέβασαν πάνω σε φορτηγό αυτοκίνητο και τους μετέφεραν στη κεντρική πλατεία απέναντι από το ξενοδοχείο ΕΛΙΚΩΝ. Στο σημείο που βρίσκεται σήμερα η Εθνική Τράπεζα και έχει στηθεί το ηρώο της μνήμης των μαρτύρων, υπήρχαν κτήρια σχηματίζοντας Γ και στα μπαλκόνια των κτηρίων είχαν στηθεί δέκα κρεμάλες. Ακολούθησε ο απαγχονισμός των νέων.
Οι δέκα μαρτυρικοί ήρωες ήταν:
1) Λουκάς Ανδρέου Δασόπουλος ή Γκανάς – ετών 23, εργάτης
2) Κωνστ. Γεωργίου Σύρος ή Τσίρκας – ετών 24, αρτεργάτης
3) Παναγιώτης Ηλία Τσάβας – ετών 32, εργάτης
4) Χρίστος Γεωργίου Κουντουργιώτης – ετών 28, εργάτης
5) Χαράλαμπος Γεωρ. Γεωργουλής – ετών 19, κουρέας
6) Λουκάς Πέτρου Γαμβρίλης – ετών 34, κουρέας
7) Παναγιώτης Ελευθ. Γαζής – ετών 24, ελαιοχρωματιστής
8) Ανέστης Ιωάν. Ιντζίδης – ετών 24, εργάτης
9) Γεώργιος Αναστασίου Μπάτσαρης – ετών 21, εργάτης
10) Νικόλαος Δημ. Κομπότης – ετών 17, εργάτης